Και οι τρεις, μαρτύρησαν επί βασιλέως Πρόβου και διοικητού Αντιοχείας Ηλιοδώρου (278 μ.Χ.). Όταν λοιπόν ο Τρόφιμος με το Σαββάτιο βρέθηκαν στην Αντιόχεια και είδαν τα πολυποίκιλα αμαρτωλά όργια που γίνονταν προς τιμήν του Απόλλωνα, δε συγκρατήθηκαν και αποδοκίμασαν δημόσια την αμαρτωλή αυτή παραφροσύνη. Βέβαια, γρήγορα συνελήφθησαν και οδηγήθηκαν στο δικαστήριο.
Θαρραλέα δήλωσαν πως είναι χριστιανοί.
Τότε ο ηγεμόνας Ηλιόδωρος διέταξε και τους μαστίγωσαν ανελέητα. Τόσο, που οι σάρκες τους κόβονταν κομμάτια. Εκεί ο Σαββάτιος άφησε την τελευταία του πνοή.
Ο δε Τρόφιμος οδηγήθηκε σε άλλο σκληρότερο ηγεμόνα, το Διονύσιο Περώννιο.
Αυτός, αφού τον έγδαρε με σιδερένια νύχια, μισοπεθαμένο τον έριξε στη φυλακή.
Εκεί τον επισκέφθηκε κάποιος, βουλευτής, ο Δορυμέδων, που είδε το μαρτύριό του και στερεώθηκε στην πίστη του Χρίστου. Όταν το έμαθε αυτό ο ηγεμόνας, βασάνισε σκληρά το Δορυμέδοντα.
Έπειτα, έριξε και τους δύο τροφή στα θηρία, μέσα στο αμφιθέατρο.
Αλλά η πεινασμένη αρκούδα και η αιμοβόρα λεοπάρδαλη στάθηκαν στα πόδια τους σαν ήμερα αρνιά. Το ίδιο και το αγριεμένο λιοντάρι που ελευθέρωσαν αργότερα.
Όταν λοιπόν είδαν ότι δεν τους άγγιξαν τα θηρία, αμέσως οι δήμιοι τους αποκεφάλισαν.