Μας άφησες μόνο το σώμα σου.
Αυτό που καβαλήσαμε, χτυπήσαμε, εξευτελίσαμε, αφημένο στη ζέστη και τη δίψα.
Μπήξαμε τα χέρια μας βαθιά μέσα στη σάρκα του, εκεί που είχαμε κρύψει κολαριστά χαρτονομίσματα. Γέμισαν μέχρι τους ώμους αίματα και κομμάτια από όργανα μα εμείς εκεί, ακόμα ψάχνουμε εμμονικά.
Τη ψυχή σου όμως δεν μπορούμε να τη βεβηλώσουμε.
Έπλεξε στη λαμπερή της χαίτη το τρυφερό άγγιγμα εκείνου του παιδιού, λίγο πριν το τραβήξει το ενήλικο χέρι και κάλπασε για το φως.
Κοιτάς για λίγο κάτω και βλέπεις να κυματίζει μεσίστια η ανθρωπιά.
Και καταλαβαίνεις πως εσύ γεννήθηκες για να είσαι πάντα ψηλά.
Και δεν διψάς, δεν πονάς πια. Μόνο εύχεσαι εκείνο το παιδί, μεγαλώνοντας, να ελευθερώσει τα άλογα που έμειναν πίσω ώστε να μπορέσει η ανθρωπότητα να μπλεχτεί στη χαίτη τους και να αποκολληθεί από τη ζοφερή μοίρα της που η ίδια δημιουργεί…
Eleftheria Papazafeiratou
*Στη φωτογραφία οι άνθρωποι προσπαθούν να σώσουν την άμαξα από υλικές ζημιές. Πόση ντροπή;…