Ἡ Ἱερή εἰκόνα τῆς Παναγίας τῆς “Γερόντισσας” βρίσκεται στὴν Ι. Μ. Παντοκράτορος
καὶ εἶναι ἡ ἐφέστια εἰκόνα τῆς Μονῆς.
Ἡ παράδοση ἀναφέρει ὅτι εἶναι δῶρο τοῦ Βυζα-
ντινοῦ αὐτοκράτορα Ἀλεξίου Α’ τοῦ Κομνηνοῦ πρὸς τὸ μοναστήρι.
Ἡ εἰκόνα ἀποτελεῖ ἀντίγραφο τῆς ψηφιδωτῆς εἰκόνας τῆς Παναγίας τῆς “Γοργοϋπηκόου”, που βρισκόταν στὴν Ι. Μ. Παντοκράτορος στὴν Κωνσταντινούπολη, ἡ ὁποία εἶχε κτιστεῖ ἀπὸ τὸν ἴδιο τὸν Αὐτοκράτορα.
Ἡ συγκεκριμένη εἰκόνα εἶναι ἡ μοναδικὴ φορητὴ εἰκόνα, ἡ ὁποία ἀπεικονίζει τὴν Παναγία ὁλόσωμη σὲ στάση δέησης.
Ἡ μορφὴ της εἶναι εὐχάριστη, γλυκύτατη καὶ γεμάτη ἔλεος, ἀφήνοντας στὸν κάθε προσκυνητὴ αἰσθήματα χαρᾶς, εὐφροσύνης, ἀγαλλιάσεως, ἐλπίδας, παρηγορίας καὶ εὐσπλαχνίας.
Ἡ μορφὴ τῆς Παναγίας σ’ αὐτὴν τὴν εἰκόνα δείχνει σὲ κάθε πιστὸ ὅτι προστρέχει στὴν ἀνάγκῃ τῶν τέκνων της.
Ἡ εἰκόνα τῆς Παναγίας τῆς Γερόντισσας, εἶναι θαυματουργή.
Τὸ πρῶτο θαῦμα ποὺ ἀποδίδεται σὲ αὐτὴν ἀναφέρεται στὰ χρόνια τῆς βασιλείας τοῦ Ἀλεξίου Α’ τοῦ Κομνηνοῦ.
Ὅταν κτιζόταν τὸ ἀρχικὸ μανύδριο, 500 περίπου μέτρα μακριὰ ἀπὸ τὰ σημερινὰ κτίρια
τῆς Μονῆς, καὶ ἐνῶ οἱ ἐργάτες ἔκτιζαν, ἡ εἰκόνα μαζὶ μὲ τὰ ἐργαλεῖα τῶν οἰκοδόμων ἐξαφανίζονταν μυστηριωδῶς.
Ὅταν τὰ ἀναζητοῦσαν τὸ πρωὶ τὰ ἀνακάλυπταν στὸ σημεῖο ποὺ βρίσκεται σήμερα ἡ Μονὴ καὶ ἔτσι κατάλαβαν ὅτι τὸ θέλημα τῆς Παναγίας ἦταν νὰ κτιστεῖ τὸ μοναστήρι σὲ αὐτὸ τὸ σημεῖο, ποὺ ἡ ἴδια εἶχε ἐπιλέξει, καὶ ὅπου τελικὰ οἰκοδομήθηκε ὁ ἀρχικὸς πυρῆνας τῆς Μονῆς.
Τὸ προσωνύμιο Γερόντισσα ἀποδόθηκε στὴν
εἰκόνα πολὺ ἀργότερα, ὕστερα ἀπὸ ἕνα καθοριστικὸ γιὰ τὴν ὀνομασία της θαῦμα τῆς
Παναγίας.
Ἡ ἀρχικὴ θέση τῆς εἰκόνας ἦταν μέσα στὸ Ἱερὸ Βῆμα, πίσω ἀπὸ τὴν Ἁγία Τράπεζα.
Τὴν ἐποχή, ποὺ ἔγινε τὸ θαῦμα, ἕνας πολὺ ἐνάρετος καὶ μεγάλος σὲ ἡλικία ἡγούμενος
μετροῦσε τις τελευταῖες ὧρες τῆς ἐπίγειας ζωῆς του.
Κατὰ Θεία Άποκαλύψη γνώρισε τὸ
τέλος του καὶ θέλησε νὰ κοινωνήσει τῶν Ἀχράντων Μυστηρίων.
Γι’ αὐτὸ τὸ λόγο παρακάλεσε τὸν ἱερομόναχο ἐφημέριο ποὺ ἱερουργοῦσε τὴν συγκεκριμένη ἡμέρα, νὰ συντομεύσει τὴν Θεία Λειτουργία, ὥστε νὰ προλάβει να κοινωνήσει.
Ὁ ἱερομόναχος ὅμως δὲν
ὑπάκουσε καὶ συνέχισε νὰ λειτουργεῖ μὲ ἀργὸ ρυθμό.
Ξαφνικὰ ἀκούστηκε ἀπὸ τὴν εἰκόνα ἡ φωνὴ τῆς Παναγίας, ἡ ὁποία πρόσταζε τὸν ἱερομόναχο νὰ τελειώσει γρήγορα τὴν Θεία Λειτουργία, ὥστε νὰ προλάβει νὰ κοινωνήσει
ὁ ἡγούμενος.
Ἔτσι καὶ ἔγινε. Μόλις ὁ Γέροντας κοινώνησε, ἐκοιμήθη καὶ ἐξαιτίας αὐτοῦ
τοῦ περιστατικοῦ, ἡ εἰκόνα ἀπέκτησε τὴν προσωνυμία “Γερόντισσα”.
Κατόπιν, ἡ εἰκόνα μεταφέρθηκε ἔξω ἀπὸ τὸ Ἱερὸ Βῆμα καὶ τοποθετήθηκε στὴν ἀριστερὴ
κολόνα τοῦ κυρίως Ναοῦ, ὅπου μέχρι σήμερα βρίσκεται, ὥστε νὰ μποροῦν νὰ προσκυνοῦν οἱ ἐπισκέπτες τῆς Μονῆς.
Ἡ εἰκόνα ἀνακαινίσθηκε καὶ ἐπενδύθηκε μὲ νεότερο ἀργυρὸ κάλυμμα, ὑψηλῆς τέχνης, κατασκευασμένο ὕστερα ἀπὸ ἐκφρασμένη ἐπιθυμία τῆς ἰδίας τῆς Θεοτόκου μὲ ἔξοδα Κωνσταντινουπολίτισσας ἀρχόντισσας.
Τὸ πιθάρι ποὺ ἀπεικονίζεται ἐπάνω στὸ κάλυμμα ἔγινε πρὸς ἀνάμνηση θαύματος τῆς
Παναγίας τὸ 17ο αιώνα.
Ἐκείνη τὴν ἐποχὴ τὸ μοναστήρι δὲν εἶχε καθόλου λάδι καί, ἐνῶ οἱ ἀνάγκες ἦταν μεγάλες, οἱ ἐλλείψεις ἦταν τεράστιες μὲ ἀποτέλεσμα οἱ μοναχοὶ νὰ ἐγκαταλείψουν τὴν Μονή.
Ὁ ἡγούμενος προσευχόταν στὴ Γερόντισσα καὶ εἶχε ἐναποθέσει όλες του τὶς ἐλπίδες σὲ Αὐτή.
Μετὰ τὶς προσευχὲς τοῦ ἡγουμένου, ἕνα πρωὶ οἱ Πατέρες εἶδαν νὰ τρέχει τὸ λάδι ἀπὸ τὴν εἴσοδο τῆς ἀποθήκης, ὅπου φυλάσσονταν τὰ ἄδεια πιθάρια.
Ὅταν μπῆκαν μέσα εἶδαν ἕνα ἀπὸ τὰ πιθάρια, τὸ ὁποῖο σώζεται μέχρι σήμερα, νὰ ἔχει
ξεχειλίσει ἀπὸ τὸ λάδι.
Μὲ αὐτὸ τὸ λάδι, τοῦ ὁποίου ἡ ροὴ ἦταν ἀσταμάτητη γέμισαν ὅλα τὰ ἄδεια πιθάρια ποὺ βρίσκονταν στὴν ἀποθήκη καὶ μόνο τότε αὐτὸ σταμάτησε νὰ ἀναβλύζει!
Η Ιερά Εικόνα της Υπεραγίας Θεοτόκου τίθεται προς προσκύνηση στον Ιερό Ναό του Πολιούχου Αγίου Δημητρίου Θεσσαλονίκης και θα παραμείνει στον Ιερό Ναό μέχρι την Κυριακή 30/10/22 από όπου και θα αναχωρήσει στις 10:30 π.μ.