Ἀναφορά στόν Ἀρχιεπίσκοπο Χρύσανθο

ΕΛΛΑΔΑ ΑΠΟΨΕΙΣ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ ΘΡΗΣΚΕΥΤΙΚΑ ΚΟΣΜΟΣ

ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΟΥ ΠΑΤΡΩΝ ΝΙΚΟΔΗΜΟΥ

Θεωρούμε απαραίτητο να παραθέσουμε εδώ ολίγα για την αξιοθαύμαστη στάση του “εις τον αγώνα και την αγωνίαν του Έθνους”, κατά την είσοδο του Γερμανικού στρατού, ως κατακτητού, στην Αθήνα, την Κυριακή 27 Απριλίου του 1941.

Ο Αρχιεπίσκοπος ήλθε ενωρίς το πρωί στην Αρχιεπισκοπή. Μας είπε ότι δεν θα λειτουργήση, διότι έπρεπε σε κάθε στιγμή να είναι έτοιμος για ότι προκύψει. Στον Αρχιδιάκονο επέτρεψε να μεταβή στην Εκκλησία, χωρίς να λειτουργήση, για να είναι έτοιμος, αν χρειασθή να τον καλέση κοντά του.

Ήταν Κυριακή του Θωμά. Ο Αρχιδιάκονος εκήρυξε απ’ άμβωνος τον θείο λόγο, με θέμα το “Ειρήνη υμίν”, από το Ευαγγέλιο της ημέρας. Θέμα κατάλληλο, για να προδιαθέση τους πιστούς, να μην πανικοβληθούν από τα επερχόμενα γεγονότα.

Περί το μέσον του κηρύγματος, εθεάθη ο κλητήρας της Αρχιεπισκοπής, να καλή δια νεύματος τον ομιλητή, να κατέλθη από τον άμβωνα, διότι τον ζητεί ο Αρχιεπίσκοπος. Περιώρισε το κήρυγμα και κατήλθε. Και αφού έλαβε δύναμη δια της Θείας Κοινωνίας, έσπευσε προς τον Αρχιεπίσκοπο. Τον βρήκε όρθιο προ του παραθύρου και κλαίοντα. Διότι αντίκρυσε από το παράθυρο την σημαία του αγκυλωτού Σταυρού επί της Ακροπόλεως. Αυτό το θέαμα τον ετραυμάτισε ψυχικά. Διότι ήταν εθνικός ανήρ και εθνικός αγωνιστής.


Λίγο μετά άρχισαν να καταφθάνουν προς αυτόν αλλεπάλληλα μηνύματα από μέρους της Πολιτείας. Τρία ήσαν τα μηνύματα. Πρώτον, ότι συγκροτήθηκε επιτροπή, για να παραδώση την πόλη, και προσεκαλείτο να μετάσχη της επιτροπής και ο Αρχιεπίσκοπος. Αλλ’ εκείνος απάντησε ότι “οι Έλληνες Ιεράρχες δεν παραδίδουν τας πόλεις εις τον εχθρόν, αλλά καθήκον των είναι να εργασθούν δια την απελευθέρωσιν αυτών”.

Ήλθε κατόπιν, δεύτερο μήνυμα, από τον Δήμο: ότι θα τελεσθή Δοξολογία στον Μητροπολιτικό Ναό, και εκαλείτο να προσέλθη σ’ αυτή ο Αρχιεπίσκοπος. Αλλ’ αυθόρμητα απάντησε ότι, “Δοξολογία δεν έχει θέσιν επί τη υποδουλώσει της Πατρίδος μας, η ώρα της Δοξολογίας θα είναι άλλη’.

Επακολούθησε και τρίτη ειδοποίηση: ότι ζητεί να τον επισκεφθή ο Γερμανός Στρατιωτικός Διοικητής Φόν Στούμμε. Και απάντησε ξηρώς: “Θα τον αναμένω”. Έδωσε δε εντολή στον Αρχιδιάκονο-τον γράφοντα και ιστορούντα ταύτα εξ’ αμέσου προσωπικής εκεί παρουσίας- να τον αναμένω στην είσοδο της Αρχιεπισκοπής, ενώ εκείνος έμεινε στο γραφείο του.

Ήλθε μετά από λίγο ο αναμενόμενος. Αντί χαιρετισμού, το χέρι μου διέγραψε σχήμα ακαθόριστο, δυνάμενο να εκληφθή ως οιονεί ευλογία. Ωδήγησα τον επισκέπτη στο γραφείο του Αρχιεπισκόπου. Ωμίλησαν γερμανικά. Ο επισκέπτης άρχισε με φιλόφρονες φράσεις: “Ωραία πόλις η Αθήνα” και άλλα παρόμοια. Ο Αρχιεπίσκοπος απάντησε: “ελπίζω να σεβασθήτε την πόλιν”. Και εν τέλει του διαλόγου προσέθεσε: “Σας συμβουλεύω και σας παρακαλώ να μην θίξετε την φιλοτιμίαν του Ελληνικού Λαού”, υπονοών ότι ο Λαός θα αντιδράση γενναίως.

Υπήρξε κατόπιν άλλη απαίτηση: να ορκίση την γερμανοπρόβλητη Κυβέρνηση (Τσολάκογλου). Και ο Αρχιεπίσκοπος απάντησε ότι “δεν μπορώ να ορκίσω Κυβέρνησιν προβληθείσαν από του εχθρού. Ημείς γνωρίζομεν ότι τας Κυβερνήσεις ορίζει ο Λαός και ο Βασιλεύς. Εδώ τώρα ούτε ο Λαός εψήφισε την Κυβέρνησιν, ούτε ο Βασιλεύς την ώρισε. Πως μου ζητείτε να ορκίσω Κυβέρνησιν υποδειχθείσαν υπό του εχθρού, δια να είναι άβουλον όργανόν του;”.

Είναι αληθές εν τούτοις ότι πολλοί φίλοι και αφωσιωμένοι συνεργάτες του Αρχιεπισκόπου τον παρώτρυναν να δείξει μια συγκατάβαση στην προκείμενη περίπτωση. Αφού ούτως ή άλλως κυβέρνηση θα υπάρξει οπωσδήποτε, ας γίνει κάποια επιείκεια εκ μέρους του, για να μην εκθρονισθή, διότι τον εθεωρούσαν χρήσιμο, χρησιμώτατο, υπό τις κρίσιμες εκείνες περιστάσεις. Αλλά και πάλι δεν υποχώρησε. Έμεινε αμετακίνητος στις απόψεις του και απάντησε: “Εν γνώσει των συνεπειών που με αναμένουν, δεν δέχομαι την προτεινομένην παραχώρησιν. Εμμένω εις τας αρχάς μου”.

Και έτσι έγινε. Η μεν Κυβέρνηση ορκίσθηκε από τον Εφημέριο της οικείας ενορίας (Αγίου Γεωργίου – Καρύκη), στην οποία υπάγεται η Βουλή. Αλλ’ ο Αρχιεπίσκοπος επαύθη υπό συγκληθείσης επί τούτω “Μείζονος Συνόδου” (2 Ιουλίου 1941). Ομολογείται εν τούτοις ότι αυτή η γενναία στάση του έδωκε το μήνυμα της εθνικής αντιστάσεως προς τον εχθρό.

Κοινοποίησε το