Στὴν εἰκόνα τῆς Ἀναλήψεως ὁ Κύριος μὲ φωτεινὰ ἐνδύματα καὶ κυριαρχικὴ στάση, εἰκονίζεται μέσα σὲ «δόξα», ποὺ εἶναι ἄλλοτε στρογγυλή, ὅπως στὴν εἰκόνα μας καὶ ἄλλοτε ἐλλειψοειδής. Κάθεται σὲ οὐράνιο τόξο εὐλογώντας μὲ τὸ ἕνα του τὸ χέρι καὶ κρατώντας ὄρθιο εἰλητάριο μὲ τὸ ἄλλο. Τὸ εἰλητάριο εἶναι σύμβολο τοῦ διδασκάλου.
Τὴ «δόξα», μέσα στὴν ὁποία βρίσκεται ὁ Κύριος ὑποβαστάζουν δυὸ ἄγγελοι. Συμβολίζουν καὶ ἐκφράζουν τὴ θεία μεγαλειότητα καὶ ἐξουσία. Ὁ Κύριος ὡς παντοδύναμος δὲν εἶχε ἀνάγκη τοὺς ἀγγέλους γιὰ νὰ ἀναληφθεῖ στοὺς οὐρανούς. Σὲ μερικὲς εἰκόνες τῆς Ἀναλήψεως οἱ ἄγγελοι δὲν ἀνακρατοῦν τὸ δίσκο τῆς δόξας, ἀλλὰ ἀτενίζουν τὸν Κύριο σὲ στάση προσευχῆς. Ὅπως λένε τὰ τροπάρια τῆς ἑορτῆς, ἀποροῦν καὶ θαυμάζουν, γιατί ὁ Χριστὸς ἀναλήφθηκε ὄχι μόνον ὡς Θεός, ἀλλὰ καὶ ὡς ἄνθρωπος, δηλαδὴ μὲ τὸ ἄφθαρτο καὶ δοξασμένο σῶμα του.
Ἄλλοτε οἱ ἄγγελοι εἰκονίζονται νὰ σαλπίζουν σύμφωνα μὲ τὸ ψαλμικὸ στίχο«ἀνέβη ὁ Θεός ἐν ἀλαλαγμῷ, Κύριος ἐν φωνῇ σάλπιγγος »(Ψάλμ. 46, 6). Ὁ στίχος αὐτὸς ἀναφέρεται αὐτούσιος στὴν ὑμνολογία τῆς Ἀναλήψεως, γιατί «ἡ εἰς οὐρανούς ἄνοδος διὰ τούτων (τῶν λέξεων) τοῦ Κυρίου σημαίνεται» (Μ. Ἀθανάσιος, ΒΕΠ 32, 116).
Οἱ ἀπόστολοι. Χωρισμένοι κάτω σὲ δυὸ ὁμίλους ἔχοντας τὴν Παναγία στὴ μέση «θεωροῦν τὸν ἀναλαμβανόμενο Κύριο μὲ χειρονομίες καὶ στάσεις ποὺ δηλώνουν ἔκπληξη, ἀμηχανία, θάμβος καὶ ταραχή». Πίσω της βρίσκονται δυὸ λευκοφορεμένοι ἄγγελοι, ποὺ δείχνουν μὲ ὑψωμένο τὸ χέρι τὸν ἀναλαμβανόμενο Κύριο. Ὡς ἀγγελιοφόροι τοῦ Θεοῦ διαβεβαιώνουν καὶ παρηγοροῦν τοὺς παριστάμενους πὼς ὁ Κύριος θὰ ἐπανέλθει κατὰ τὴ Δευτέρα παρουσία Του.
Στὸ κείμενο τῆς Ἁγίας Γραφῆς (Λούκ. 24, 50-52. Πράξ. 1, 9-11) ποὺ ἀναφέρεται στὴν Ἀνάληψη, ἡ Θεοτόκος δὲν εἶναι ἀνάμεσα στὰ πρόσωπα ποὺ παραβρίσκονται στὸ γεγονός. Γιὰ τὴν παρουσία της μᾶς πληροφορεῖ ἡ ἱερὰ Παράδοση, ὅπως τὴ βλέπουμε ἄλλωστε στὰ τροπάρια τοῦ ἑσπερινοῦ της ἑορτῆς καὶ τὸ συναξάριο τῆς ἡμέρας∙ «τήν γάρ ἐν τῷ πάθει σου μητρικῶς πάντων ὑπεραλγήσασαν (= πού πόνεσε πιό πολύ), ἔδει καί τῇ δόξῃ τῆς σαρκός σου ὑπερβαλλούσης ἀπολαῦσαι χαρᾶς (Δοξαστικό τῆς λιτῆς). Ἄξια προσοχῆς εἶναι ἡ θέση καὶ ἡ στάση τῆς Θεοτόκου στὴν εἰκόνα. Βρίσκεται ἀκριβῶς κάτω ἀπὸ τὸν υἱό της καὶ εἶναι ἄξονας τῆς ὅλης σύνθεσης. «Ἡ κάθετη γραμμὴ ποὺ ἑνώνει τὸ κεφάλι τοῦ Σωτῆρος μὲ ἐκεῖνο τῆς Θεοτόκου μοιράζει τὸ σύνολο ἀκριβῶς σὲ δυὸ ὅμοια μέρη, διασταυρώνεται μὲ τὴν ὁριζόντια γραμμὴ καὶ σχηματίζει ἕνα τέλειο σταυρό»(Π. Εὐδοκίμωφ). Οἱ ἀπόστολοι μὲ τὶς χειρονομίες τους καὶ ἔχοντας τὰ κεφάλια τοὺς στραμμένα πρὸς τὸν Κύριο ἔρχονται σὲ ἀντίθεση μὲ τὴν ἀτάραχη κὰ ἤρεμη μορφὴ τῆς Πανάγιας. Ἡ ἠρεμία της, ὅπως εἰπώθηκε, ἐκφράζει τὴν ἀναλλοίωτη ἀλήθεια τῆς Ἐκκλησίας. Ὁ ἁγιογράφος τῆς εἰκόνας μας θέλησε μὲ τοὺς ἀποστόλους ποὺ κυκλώνουν τὴν Παναγία νὰ παρουσιάσει τὴν Ἐκκλησία, στὴν ὁποία ὁ Κύριος θὰ ἔστελνε τὴν Πεντηκοστὴ τὸ Ἅγιο Πνεῦμα γιὰ νὰ τὴν ζωοποιήσει καὶ κινητοποιήσει. Γιὰ τὴν ἀποστολὴ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος στοὺς μαθητὲς καὶ τῆς ἐπιδημίας του στὸν κόσμο μιλοῦν καὶ τὰ τροπάρια τῆς Ἀναλήψεως. «Ἀνελήφθης ἐν δόξῃ, ὁ τῶν Ἀγγέλων βασιλεύς, τόν Παράκλητον ἡμῖν ἐκ τοῦ Πατρός ἀποστεῖλαι» (α΄ τροπάριον, ᾠδὴ δ΄). Ἔτσι τὰ δυὸ κοσμοσωτήρια καὶ κοσμοϊστορικὰ γεγονότα, τῆς Ἀναλήψεως καὶ τῆς Πεντηκοστῆς, συνδέονται ἄρρηκτα μεταξύ τους.
Δεξιὰ ἀπὸ τὴ Θεοτόκο, τὸ πρῶτο πρόσωπο ποὺ βλέπει στὸν οὐρανὸ μὲ τὸ χέρι μπροστὰ στὰ μάτια του, εἶναι ὁ ἀπόστολος Παῦλος. Φυσιολογικὰ δὲν ἔχει θέση μεταξὺ τῶν ἀποστόλων, γιατί ἡ μεταστροφὴ τοῦ ἔγινε μετὰ τὴν Ἀνάληψη. Στὴν εἰκόνα τοποθετεῖται συμβολικά. Θὰ γίνει κι αὐτὸς μέλος τῆς Ἐκκλησίας καὶ μάλιστα ἐκλεκτό. Ὁ ὀρθόδοξος ἁγιογράφος ἀποσπᾶ τὸν Παῦλο ἀπὸ τὴν ἐποχή του καὶ τὸν συγκαταριθμεῖ μεταξὺ τῶν ἀποστόλων. Ἔτσι καὶ ἡ θέση τοῦ Ἰούδα ἀναπληρώθηκε καὶ ἡ παράσταση τῆς Ἐκκλησίας ἔγινε δυναμική, ἐκφραστικὴ καὶ συμβολική.
Τὰ ὑψωμένα σὲ δέση χέρια τῆς Παναγίας θυμίζουν τὸν ρόλο τῆς κοντὰ στὸν Υἱό της. Εἶναι αὐτὴ ποὺ παρακαλεῖ καὶ μεσιτεύει. Ὅπως ψάλλει ἡ Ἐκκλησία μας, «ἄλλην γάρ οὐκ ἔχομεν, ἁμαρτωλοί πρός Θεόν, ἐν κινδύνοις καί θλίψεσιν, ἁεί μεσιτείαν». Παρακαλοῦμε τὸν Χριστὸ νὰ μᾶς σώσει καὶ ἐλεήσει «ταῖς πρεσβίαις τῆς Παναχράντου Δεσποίνης ἡμῶν Θεοτόκου καί ἁειπαρθένου Μαρίας».
Στὴν εἰκόνα ἡ Θεοτόκος εἰκονίζεται ὀρθοστημένη, ἀλύγιστη. Μὲ τὴν ἀκινησία τῆς φαίνεται νὰ ἐκφράζει τὰ ἀμετακίνητα δόγματα τῆς Ἐκκλησίας. Ἀπὸ τὸ ἄλλο μέρος οἱ ἀπόστολοι μὲ τὶς διάφορες χειρονομίες τοὺς συμβολίζουν τὶς διάφορες γλῶσσες καὶ τὰ ποικίλα μέσα, μὲ τὰ ὁποῖα σπέρνεται ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ στὶς καρδιὲς τῶν ἀνθρώπων.
Ὡραία παρατηρήθηκε: «Ἕνα αἴσθημα εἰρήνης, προσευχῆς καὶ αἴνου καλύπτει τὸ πᾶν, γιατί ἐκεῖ ὀποῦ βρίσκεται τὸ κεφάλι τοποθετεῖται ἡ χαρμόσυνη ἐλπίδα τοῦ σώματος», δηλαδὴ τῆς Ἐκκλησίας, ποὺ εἶναι τὸ Σῶμα τοῦ Χριστοῦ. Ὅπως τὸ εἶπε ὁ ἅγιος πάπας Λέων Α΄ (440-461): «Ἡ Ἀνάληψη τοῦ Χριστοῦ εἶναι δική μας ἀνύψωση καὶ ὅπου ἡ δόξα τῆς Κεφαλῆς προπορεύτηκε, ἐκεῖ καλεῖται ἡ ἐλπίδα τοῦ Σώματος».
Πηγή : ΑΠΟΣΤΟΛΙΚΗ ΔΙΑΚΟΝΙΑ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ